Οι άνδρες με υψηλή αρτηριακή πίεση που δεν λαμβάνουν θεραπεία έχουν χειρότερη ροή αίματος στο πέος τους σε σχέση με αυτούς με φυσιολογική αρτηριακή πίεση, σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε στο ετήσιο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη, οι υπερτασικοί άνδρες έχουν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να παρουσιάσουν μειωμένη ροή αίματος στο πέος και στυτική δυσλειτουργία σε σχέση με όσους διατηρούν ταν αρτηριακή τους πίεση σε φυσιολογικά επίπεδα, αυξάνοντας τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων και θανάτου.
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει, ωστόσο, ότι η στυτική δυσλειτουργία παρουσιάζεται συχνότερα σε άνδρες που λαμβάνουν θεραπευτική αγωγή για την υψηλή αρτηριακή πίεση, με ορισμένα αντιυπερτασικά φάρμακα -κυρίως τα διουρητικά και τους β-αποκλειστές– να συνδέονται με την εξασθένιση της σεξουαλικής λειτουργίας. Η παρούσα μελέτη, λοιπόν, εξέτασε τον συσχετισμό ανάμεσα στα επίπεδα αρτηριακής πίεσης και της ροής αίματος στο πέος, αλλά και το αν η φαρμακευτική αγωγή μείωσης της αρτηριακής πίεσης είχε κάποια επίδραση στη σχέση αυτή.
Η μελέτη περιελάμβανε 356 άνδρες με στυτική δυσλειτουργία και χωρίς ιστορικό διαβήτη ή καρδιαγγειακών παθήσεων, οι οποίοι χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες σύμφωνα με τα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης: φυσιολογική, υψηλή-φυσιολογική και υπέρταση. Συνολικά 164 ασθενείς (46%) λάμβαναν θεραπεία με αντιϋπερτασικά φάρμακα.
Όλοι οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε Doppler, την κλασική μέθοδο εξέτασης των αιμοφόρων αγγείων του πέους και της στυτικής δυσλειτουργίας. Από τα αποτελέσματα αναδείχθηκε πως, μεταξύ των ανδρών που δεν λάμβαναν αντιϋπερτασική αγωγή, η ταχύτητα της ροής του αίματος στο πέος μειωνόταν προοδευτικά, αντιστρόφως ανάλογα με την αυξανόμενη αρτηριακή πίεση – ταχύτερη ροή σε αυτούς με φυσιολογική αρτηριακή πίεση, βραδύτερη σε αυτούς με υψηλή-φυσιολογική αρτηριακή πίεση και πιο αργή σε εκείνους με υπέρταση. Αντίθετα, στους άνδρες που λάμβαναν αντιϋπερτασική θεραπεία, δεν παρατηρήθηκε διαφορά στην ταχύτητα της ροής του αίματος στο πέος μεταξύ των τριών κατηγοριών αρτηριακής πίεσης.
«Το εύρημα αυτό υποδεικνύει σημαντικές δομικές αλλαγές στα αιμοφόρα αγγεία του πέους, που προκαλούνται από τη μακροχρόνια υπέρταση. Επιπλέον, οι διαφορές μεταξύ των τριών κατηγοριών εξαφανίστηκαν άμα τη λήψη θεραπείας, υποδεικνύοντας επίδραση της φαρμακευτικής αγωγής», αναφέρει ο συγγραφέας της μελέτης και καθηγητής στο ΕΚΠΑ, Δρ. Χαράλαμπος Βλαχόπουλος.
Μια πρόσθετη ανάλυση συνέκρινε τους άνδρες που λάμβαναν και δεν λάμβαναν θεραπεία μέσα σε κάθε ομάδα αρτηριακής πίεσης. Στην κατηγορία της υπέρτασης, οι θεραπευόμενοι και μη ασθενείς είχαν παρόμοια ταχύτητα ροής του αίματος στο πέος. Ωστόσο, στην κατηγορία υψηλής-φυσιολογικής αρτηριακής πίεσης, οι θεραπευόμενοι παρουσίαζαν χειρότερη ροή αίματος στο πέος, φαινόμενο που παρατηρήθηκε και στην κατηγορία φυσιολογικής αρτηριακής πίεσης.
«Τα αποτελέσματα αυτά υποδηλώνουν ότι οι υπερτασικοί ασθενείς έχουν ήδη σημαντική δομική βλάβη στις αρτηρίες του πέους, αλλά τα αντιϋπερτασικά φάρμακα δεν μειώνουν περαιτέρω τη ροή του αίματος στο πέος. Όμως, στους άνδρες με φυσιολογική ή υψηλή-φυσιολογική αρτηριακή πίεση, οι αρτηρίες του πέους έχουν ελάχιστη δομική βλάβη και τα φάρμακα μπορεί να επιδρούν αρνητικά στη ροή του αίματος του πέους», εξηγεί ο Δρ. Βλαχόπουλος.
Ο καθηγητής καλεί τους άνδρες που ανησυχούν για τη στυτική δυσλειτουργία να το συζητήσουν με τον γιατρό τους και σημειώνει ότι η αλλαγή της αντιϋπερτασικής φαρμακευτικής αγωγής στους ασθενείς αυτούς θα πρέπει να διαχειρίζεται με μεγάλη προσοχή.
«Πρώτον, αν μια συνυπάρχουσα ασθένεια ορίζει τη χρήση συγκεκριμένων φαρμάκων (π.χ. β-αποκλειστές για στεφανιαία νόσο και καρδιακή ανεπάρκεια ή διουρητικά για καρδιακή ανεπάρκεια), δεν συνιστάται αλλαγή της αγωγής. Αντιθέτως, πρέπει να εξεταστούν εναλλακτικές λύσεις, στην περίπτωση που οι ασθενείς κινδυνεύουν να διακόψουν τη σωτήρια για τη ζωή τους θεραπεία λόγω των δυσάρεστων συνεπειών που έχει η στυτική δυσλειτουργία στη ζωή τους», επισημαίνει ο καθηγητής και συνεχίζει:
«Δεύτερον, η εναλλαγή σε μια άλλη φαρμακευτική κατηγορία δεν εξασφαλίζει είτε την αποκατάσταση είτε τη βελτίωση της στυτικής δυσλειτουργίας. Αυτό πρέπει να εξηγηθεί λεπτομερώς και εκ των προτέρων στους ασθενείς, προκειμένου να αποφευχθούν οι παράλογες προσδοκίες. Καταληκτικά, η μελέτη μας δείχνει ότι η υψηλή αρτηριακή πίεση μπορεί να θεραπευτεί χωρίς να προκαλέσει στυτική δυσλειτουργία. Οι ασθενείς και οι γιατροί οφείλουν να είναι ανοιχτοί σε συζητήσεις για να βρουν την καλύτερη θεραπευτική επιλογή», σχολιάζει συμπερασματικά ο Δρ. Βλαχόπουλος.
https://ygeiamou.gr/