ΔΙΕΘΝΗ

Τσε Γκεβάρα: Το τέλος του ήρωα της Κούβας – Ο ρομαντικός Ερνέστο και η σκοτεινή πλευρά του Κομαντάντε

της Ελένης Καραμήτσου

Έχουν περάσει 53 χρόνια από την ημέρα που ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα έπεσε νεκρός στη Βολιβία ενώ οργάνωνε το αντάρτικο. Ήταν 9 Οκτωβρίου 1967. Ο θάνατός του όμως έγινε η αρχή ώστε το επαναστατικό του έργο και η ηρωική του προσωπικότητα να γίνουν παγκόσμια σύμβολα της επανάστασης, του ηρωισμού, του αγώνα… μέχρι τη νίκη, πάντα μέχρι τη νίκη. Η εκτέλεσή του μόνο ενίσχυσε τη μυθική του διάσταση. Λέγεται πως αυτό που διαμόρφωσε τον μαρξιστή επαναστάτη Τσε, ήταν το ταξίδι εννέα μηνών στη Λατινική Αμερική με τη μοτοσικλέτα του και τον κολλητό του. Εκεί έγινε μάρτυρας της φτώχειας και πίστεψε ότι η λύση βρίσκεται στην ένοπλη επανάσταση.

 

 

Βιογραφικά στοιχείαΟ Ερνέστο Γκεβάρα γεννήθηκε στο Ροσάριο της Αργεντινής και ήταν το μεγαλύτερο από τα πέντε παιδιά του αντιπερονιστή αρχιτέκτονα Ερνέστο Γκεβάρα Λιντς και της Σέλια ντε λα Σέρνα, μίας εξαιρετικά δυναμικής γυναίκας που συμμετείχε δραστήρια σε αριστερά κινήματα, όπως αναφέρεται στη Βικιπαίδεια. Η οικογένειά του ήταν μία από τις οικογένειες της αργεντινής ολιγαρχίας, με ισπανικές και ιρλανδικές καταβολές. Παρ’ όλα αυτά, οι γονείς του νεαρού Ερνέστο δεν απέφευγαν καθόλου την επαφή με ανθρώπους χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων. Πολλά μέλη της ολιγαρχίας θεωρούσαν προκλητικό αυτόν τον τρόπο ζωής επειδή το ζεύγος Γκεβάρα έδειχνε φανερά ότι σεβόταν και δεχόταν προοδευτικές ιδέες. Ο Γκεβάρα έπασχε από άσθμα από τα δύο του χρόνια, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να ξεχωρίσει στον αθλητισμό.

Στην παιδική του παρέα υπήρχαν παιδιά από διάφορα κοινωνικά στρώματα της περιοχής. Ήδη τότε φανερώθηκε το χάρισμα και η κοινωνικότητα του Γκεβάρα, χαρίσματα τα οποία καλλιεργούσαν συνεχώς οι γονείς του. Ήταν παράλληλα σοβαρό και εσωστρεφές αγόρι, το οποίο από νωρίς άρχισε να ενδιαφέρεται για τη λογοτεχνία. Κατά την περίοδο της εφηβείας του, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ποίηση και ειδικότερα για το έργο του Πάμπλο Νερούδα, ενώ συγχρόνως έγραφε και ο ίδιος ποιήματα σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Τα λογοτεχνικά του ενδιαφέροντα εκτείνονταν από αρχαία ελληνική φιλοσοφία (Πολιτεία του Πλάτωνα, Αριστοτέλη) και ευρωπαϊκή λογοτεχνία (Σαίξπηρ, Γκαίτε) μέχρι κλασικά έργα του Τζακ Λόντον ή του Ιουλίου Βερν και πραγματείες του Σίγκμουντ Φρόυντ και του Μπέρτραντ Ράσελ. Σε μεγαλύτερη ηλικία, ανέπτυξε επίσης ενδιαφέρον για τη φωτογραφία.

 

 

Ο ρομαντικός Ερνέστο και το ταξίδι που άλλαξε τον ρου της ιστορίας 

Προτού ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα γίνει ηγέτης των ανταρτών, προτού γίνει σύμβολο επανάστασης, προτού το πρόσωπό του αποτυπωθεί σε μπλουζάκια, προτού ακόμη γίνει γνωστός ως “Τσε” υπήρχε ένας νέος, ο κολλητός του, μία μοτοσικλέτα και ένα επικό οδικό ταξίδι που άλλαξαν για πάντα τη ζωή του αλλά και την παγκόσμια ιστορία. Το οδικό αυτό ταξίδι με τη μοτοσικλέτα του που αποτυπώθηκε στην ταινία “Ημερολόγια Μοτοσικλέτας” έμελλε να αλλάξει την κοσμοθεωρία του νεαρού άνδρα που αργότερα έγινε γνωστός ως ο μαρξιστής επαναστάτης. Ήταν αυτοί οι εννέα μήνες Η ταινία αφηγείται την ιστορία για ένα ταξίδι με μοτοσικλέτες στη Νότια Αμερική που έκανε ο νεαρός Τσε και με τον φίλο του Αλμπέρο. Τον Δεκέμβριο του 1951 ο Ερνέστο Ραφαέλ Γκεβάρα ντε λα Σέρνα ήταν 23 ετών και φοιτητής Ιατρικής. Πήρε ένα διάλειμμα από τις σπουδές του και αποφάσισε να ταξιδέψει. Συνοδοιπόρος του ο καλός του φίλος Αλμπέρτο Γρανάδο. Ανέπτυξαν ταχύτητα με προορισμό την Κόρδομπα της Αργεντινής. “Το μόνο που μπορούσαμε να δούμε ήταν η σκόνη στον δρόμο μπροστά μας και τον εαυτό μας σε μια μηχανή καταπίνοντας τα χιλιόμετρα στην πορεία μας προς τα βόρεια. Παρά την ηλικιακή διαφορά των έξι ετών, ο Γκεβάρα και ο Γρανάδο, ένας 29χρονος βιοχημικός, ήταν καλοί φίλοι περίπου μία δεκαετία. Και οι δύο διψώντας για γνώση και περιπέτεια ξεκίνησαν για μια οδύσσεια στη Νότια Αμερική. Οι δύο φίλοι μετά την Κόρδομπα πήγαν στο Μπουένος Άιρες και την παραθαλάσσια πόλη Μιραμάρ προτού προχωρήσουν στις πάμπες και μπουν στις Άνδεις. Ο Γκεβάρα πέρασε μεγάλη περιπέτεια με την υγεία του καθώς ενώ έπασχε από χρόνιο άσθμα κόλλησε γρίπη ενώ παράλληλα πληγώθηκε από τον χωρισμό από την κοπέλα του που τον χώρισε με επιστολή. Η μηχανή του Γρανάδο που της είχε δώσει το παρατσούκλι “La Poderosa II” (η πανίσχυρη) χάλασε και έτσι την άφησαν στη Χιλή. Συνέχισαν το υπόλοιπο ταξίδι τους κάνοντας ότο στοπ, περπατώντας, ιππεύοντας, ακόμη και ως λαθρεπιβάτες σε πλοίο. Κοιμόνταν σε γκαράζ, αχυρώνες, αστυνομικά τμήματα, ακόμη και κάτω από τα αστέρια, σύμφωνα με το History.com. Ταξίδεψαν στη Χιλή, το Περού, την Κολομβία και στη Βενεζουέλα και από εκεί μόνος του ο Γκεβάρα έφθασε στο Μαϊάμι ενώ επέστρεψε στην Αργεντινή με αεροπλάνο. Στη Χιλή επισκέφθηκαν πέρα από το Μάτσου Πίτσου, και το ορυχείο χαλκού στη μικρή πόλη Τσουκικαμάτα το οποίο το διαχειριζόταν η αμερικανική πολυεθνική εταιρεία. Εκεί ο Τσε σοκαρίστηκε από την εκμετάλλευση των ανθρακωρύχων. Στο Περού ήρθε σαν χαστούκι ο τρόπος που ο κόσμος μεταχειριζόταν τους αυτόχθονες, λες και ήταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Επίσης στο Περού βρέθηκαν σε έναν οικισμό λεπρών όπου ο Γκεβάρα έγραψε ότι τους μεταχειρίζονταν σαν να είναι ζώα. Τα ταξίδια στη Νότια Αμερική τον έκαναν να συνειδητοποιήσει τον κοινό πολιτισμό τους και ξύπνησαν μέσα του ένα παναμερικανικό όραμα. Στη Βενεζουέλα, ο Γρανάδο άρχισε να δουλεύει σε ένα λεπροκομείο ενώ ο Γκεβάρα έφυγε για Μαϊάμι. Μετά την επιστροφή του κι έχοντας βιώσει την κοινωνική αδικία, την οικονομική ανισότητα, την καπιταλιστική εκμετάλλευση και την πολιτική καταστολή είχε γράψει “δεν είμαι πια το άτομο που κάποτε ήμουν. Όλη αυτή η περιπλάνηση στην Αμερική Μας με κεφαλαίο Μ με άλλαξε περισσότερο απ’ ό,τι πίστευα”.Στη διάρκεια αυτού του ταξιδιού ο Γκεβάρα κρατούσε ημερολόγιο το οποίο δημοσιεύτηκε μετά θάνατον ως τα “Ημερολόγια Μοτοσικλέτας: Σημειώσεις από το ταξίδι στη Λατινική Αμερική”. Επέστρεψε στην Ιατρική Σχολή απ’ όπου πήρε το πτυχία του το 1953 χωρίς ωστόσο να κάνει την κλινική πρακτική που ήταν απαραίτητη για να μπορεί να εξασκήσει το ιατρικό επάγγελμα.

 

 

Η Γουατεμάλα και η κουβανική επανάσταση

Αμέσως μετά την αποφοίτησή του, ο Τσε άρχισε τα ταξίδια σε όλη τη Λατινική Αμερική όπου η πολιτική κατάσταση ήταν τεταμένη. Επαναστάσεις, πραξικοπήματα, απεργίες, ανταρτοπόλεμος ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά όλων των χωρών. Ο ίδιος δημιούργησε επαφές με αριστερές οργανώσεις σε Περού, Βολιβία, Ισημερινό, Παναμά, Κόστα Ρίκα, Νικαράγουα και Ελ Σαλβαδόρ. Σημείο πολιτικής καμπής για τον Γκεβάρα όταν όταν ταξίδεψε στη Γουατεμάλα όπου γνώρισε την Περουβιανή οικονομολόγο Ίλδα Γκαδέα, η οποία εργαζόταν στην κρατική υπηρεσία του Ινστιτούτου Προώθησης της Παραγωγής. Η Γκαδέα ήταν εξόριστη εξαιτίας της συμμετοχής της στη Λαϊκή Επαναστατική Αμερικανική Συμμαχία του Περού και διέθετε γνωριμίες με πολιτικά πρόσωπα. Με τη βοήθειά της, ήρθε σε επαφή με ένα ευρύ κύκλο εξόριστων και αριστερών διανοουμένων. Για ένα σύντομο διάστημα εγκατέλειψε τη Γουατεμάλα και μετέβη στο Ελ Σαλβαδόρ, προκειμένου να ανανεώσει τη βίζα παραμονής του. Λίγο μετά την επιστροφή του, επιχειρήθηκε από τη CIA ένοπλη δράση, με επικεφαλής το συνταγματάρχη Κάρλος Καστίγιο Άρμας, για την ανατροπή της κυβέρνησης του Άρμπενς και με αφορμή την άφιξη ενός πλοίου με όπλα από την Τσεχοσλοβακία. Ο Γκεβάρα συμμετείχε στην ένοπλη πολιτοφυλακή της κομμουνιστικής νεολαίας που αντιστάθηκε, αλλά παρά τη διάθεσή του να αγωνιστεί στο μέτωπο, κατετάγη τελικά ως γιατρός. Στις 27 Ιουνίου, ο Άρμπενς ανακοίνωσε την παραίτησή του και αναζήτησε άσυλο στη μεξικανική πρεσβεία. Ακολούθως ο Γκεβάρα ταξίδεψε στο Μεξικό όπου επανασυνδέθηκε με την Ίλδα Γκαδέα. Προκειμένου να συντηρείται οικονομικά, εργάστηκε ως γιατρός σε κεντρικό νοσοκομείο και ως φωτογράφος. Το καλκαίρι του 1955 ήρθε σε επαφή με τον Ραούλ Κάστρο από τον οποίο πληροφορήθηκε την επικείμενη άφιξη του Κάστρο στο Μεξικό. Στις αρχές Ιουλίου του 1955 o Γκεβάρα συνάντησε για πρώτη φορά τον Φιντέλ Κάστρο, o οποίος ήταν αρχηγός των “Moνκαντίστας” και ηγέτης της αποτυχημένης ένοπλης επίθεσης στο στρατόπεδο της Μονκάδα το 1953 και είχε καταφύγει στο Μεξικό μετά την αποφυλάκισή του, αποτέλεσμα της χάρης που του δόθηκε από τον Φουλχένσιο Μπατίστα.. Μαζί συζήτησαν αρκετές φορές για το ενδεχόμενο της οργάνωσης ενός αντάρτικου αγώνα με στόχο την ανατροπή του διεφθαρμένου, φασιστικού καθεστώτος του Μπατίστα. Την ίδια περίπου περίοδο, η Γκαδέα του ανακοίνωσε πως ήταν έγκυος. Παντρεύτηκαν στις; 18 Αυγούστου 1955, στο ληξιαρχείο του μεξικανικού χωριού Τεποτσοτλάν. Πεπεισμένος πως ο Κάστρο είχε τις προϋποθέσεις να αποτελέσει ένα χαρισματικό ηγέτη της κουβανικής επανάστασης, ο Γκεβάρα συμμετείχε στο κίνημα της 26ης Ιουλίου, με στόχο την ένοπλη δράση για την ανατροπή του κουβανικού καθεστώτος, σύμφωνα με πληροφορίες από τη Βικιπαίδεια.

 

Με μικρή ομάδα ενόπλων έφθασε στην Κούβα στις 2 Δεκεμβρίου 1956. Ο Γκεβάρα αν και τραυματισμένος, ο Κάστρο και κάποιοι συμπολεμιστές τους κατάφεραν να γλιτώσουν από την ενέδρα που τους έστησαν. Στα επόμενα χρόνια έγινε βασικός σύμβουλος του Κάστρο και οργάνωσε τις αντάρτικες δυνάμεις για επιθέσεις εναντίον του παραπέοντος καθεστώτος του Μπατίστα. Υπήρξε ο πρώτος αντάρτης, στον οποίο δόθηκε το αξίωμα του Κομαντάντε του Επαναστατικού Στρατού της Κούβας, στις 21 Ιουλίου 1957. Αν και μέχρι τότε αποτελούσε έναν απλό οπλίτη, χωρίς να έχει διακριθεί ιδιαιτέρως σε στρατιωτικό επίπεδο αλλά έχοντας επιδείξει γενναιότητα και αρχηγικές δεξιότητες, ο Κάστρο του εμπιστεύτηκε την ηγεσία της Δεύτερης Φάλαγγας του αντάρτικου στρατού (για λόγους παραλλαγής έφερε τον αριθμό 4), έχοντας έτσι μόνο τον Κομαντάντε εν Σέφε Φιντέλ Κάστρο ως ανώτερό του. Αυτή την περίοδο έγινε η αποφασιστική μεταμόρφωση του ρομαντικού διανοούμενου Ερνέστο Γκεβάρα σε χαρισματικό “Κομαντάντε Τσε”. Η μεγαλύτερη ίσως στρατιωτική επιτυχία του Τσε Γκεβάρα υπήρξε η κατάκτηση της Σάντα Κλάρα στις 29 Δεκεμβρίου 1958, μία καθοριστική στιγμή στην ιστορία της κουβανικής επανάστασης. Είχαν προηγηθεί δύο χρόνια ανταρτοπόλεμου στη Σιέρρα Μαέστρα εναντίον του πολύ μεγαλύτερου στρατού του Μπατίστα, o οποίος δεχόταν και την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών. Με την κατάκτηση της Σάντα Κλάρα, ο δρόμος για την πρωτεύουσα Αβάνα ήταν πλέον ελεύθερος και την 1η Ιανουαρίου του 1959, ο Μπατίστα εγκατέλειψε την Κούβα, με προορισμό τη Δομινικανή Δημοκρατία.

 

Στις 11 Δεκεμβρίου του 1964 εκπροσώπησε την Κούβα στη Συνδιάσκεψη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Στην ομιλία του ξεχώρισε η έντονη διαμαρτυρία του ενάντια στην πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών και τις λατινοαμερικανικές δικτατορίες, η συμπαράταξή του στο θέμα του πυρηνικού αφοπλισμού και το ειρηνευτικό σχέδιο που προτείνει για την Καραϊβική. Λίγες ημέρες αργότερα, ξεκίνησε μία τρίμηνη διεθνή περιοδεία, κατά την οποία επισκέφτηκε την Αλγερία, την Κίνα, τη Γκάνα, τη Γουινέα, το Μάλι, το Κονγκό, την Τανζανία, με μικρές στάσεις στο Παρίσι, την Ιρλανδία και την Πράγα. Στις 24 Φεβρουαρίου, έλαβε μέρος στη διάσκεψη του δεύτερου Οικονομικού Σεμιναρίου Αφροασιατικής Αλληλεγγύης, πραγματοποιώντας την τελευταία δημόσια παρουσία στο διεθνές προσκήνιο. Η ομιλία του προκάλεσε αρκετές εντάσεις στο σοβιετικό μπλοκ, δηλώνοντας πως οι σοσιαλιστικές χώρες όφειλαν να επωμιστούν το κόστος των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων, ενώ θεωρείται πιθανό πως προκάλεσε επίσης ρήξη στη σχέση του με τον Κάστρο, αν και δεν υπάρχει καμία σχετική αναφορά στα απομνημονεύματα του ίδιου του Γκεβάρα. Στις 14 Μαρτίου του 1964 επέστρεψε από την Αφρική στην Κούβα και έπειτα από περίπου μία εβδομάδα παραμονής του στην Αβάνα τα ίχνη του χάθηκαν για αρκετούς μήνες. Η εξαφάνιση του Γκεβάρα προκάλεσε έντονη φημολογία, τροφοδοτώντας πολλές θεωρίες. Οι περισσότερες από αυτές, όπως φαίνεται σε αποχαρακτηρισμένα έγγραφα της CIA,θεωρούσαν πως ήρθε σε σύγκρουση με τον Κάστρο πάνω στο ζήτημα της εκβιομηχάνισης της χώρας ή της σχέσης της με τη Σοβιετική Ένωση και την Κίνα. Άλλοι ισχυρίζονταν η σύγκρουση οφειλόταν στο γεγονός πως ο Γκεβάρα ήθελε μία πιο ενεργητική υποστήριξη των επαναστατικών κινημάτων της Λατινικής Αμερικής, ενώ άλλοι ότι εκδιώχθηκε με απαίτηση των Σοβιετικών, που δεν ενέκριναν την ανεξάρτητη από τη Μόσχα γραμμή του και ανησυχούσαν μήπως τους οδηγήσει σε διεθνείς περιπέτειες με τους επαναστατικούς τυχοδιωκτισμούς του. Άλλες φήμες διέρρεαν ότι σκοτώθηκε σε μυστική επαναστατική αποστολή που του ανέθεσε ο Κάστρο στο Κονγκό και άλλες ότι κλείστηκε σε σανατόριο λόγω υποτροπής των χρόνιων προβλημάτων που αντιμετώπιζε με το άσθμα του. Ο ίδιος ο Κάστρο επιχείρησε αρχικά να βάλει ένα τέλος στις φημολογίες στις 18 Απριλίου δηλώνοντας μέσω ραδιοφώνου πως ο Γκεβάρα βρισκόταν πάντα εκεί όπου ήταν πιο χρήσιμος για την επανάσταση, προσθέτοντας επίσης πως ανήκε στους κορυφαίους ηγέτες της Κούβας και πως το ταξίδι του στην Αφρική ήταν εξαιρετικά παραγωγικό. Το επόμενο διάστημα, ωστόσο, προσπάθησε να εκμεταλλευτεί πολιτικά την εικοτολογία γύρω από την εξαφάνιση του Γκεβάρα από το προσκήνιο, ενισχύοντας για παράδειγμα με δηλώσεις του την ανησυχία καθεστώτων της Λατινικής Αμερικής που φοβούνταν πιθανές επιχειρήσεις του Γκεβάρα και οδηγώντας σε εσφαλμένες εκτιμήσεις ορισμένους Αμερικανούς αξιωματούχους, ειδικά στη CIA, που είχαν πιστέψει πως ήταν νεκρός.

 

 

Το χρονολόγιο του θανάτου του Κομαντάντε

 

Στις 3 Οκτωβρίου 1965, ο Κάστρο διάβασε σε δημόσια συγκέντρωση, μπροστά στη γυναίκα και τα παιδιά του Γκεβάρα, ιδιόχειρη επιστολή, με την οποία παραιτείται από όλα τα κρατικά και κομματικά αξιώματα. Στην επιστολή αναφέρονταν μεταξύ άλλων τα εξής: “Παραιτούμαι επίσημα από τα καθήκοντά μου στην ηγεσία του κόμματος, από τη θέση του υπουργού, από τον βαθμό του κομαντάντε, από την κουβανική υπηκοότητα. Καμιά νομική σχέση δεν με συνδέει με την Κούβα, μόνο δεσμοί άλλου είδους που δεν μπορούν να σπάσουν, όπως οι διορισμοί σε κάποιες θέσεις. Κοιτάζοντας τη ζωή μου μέχρι σήμερα, πιστεύω πως έχω δουλέψει με τιμιότητα και αφοσίωση για την εδραίωση της επανάστασης. Άλλες χώρες του κόσμου ζητάνε τη συμβολή των ταπεινών μου προσπαθειών. Εγώ μπορώ να κάνω αυτό που εσένα δεν σου επιτρέπεται, λόγω των ευθυνών σου απέναντι στην Κούβα, και έφτασε η ώρα να αποχαιρετιστούμε”.Έφθασε στο Κογκό όπου ωστόσο απέτυχε στην επανάσταση με τον Γκεβάρα να γράφει στα ημερολόγιά του ότι ο λόγος της αποτυχίας ήταν η έλλειψη οργάνωσης και συνοχής των κογκολέζικων δυνάμεων. Εγκατέλειψε το Κονγκό και πέρασε τους επόμενους έξι μήνες στο Νταρ ες Σαλάμ της Τανζανίας. Τον Φεβρουάριο του 1966 ταξίδεψε μεταμφιεσμένος και με πλαστό διαβατήριο, με προορισμό την Πράγα. Εκεί άρχισε να επεξεργάζεται την ιδέα ενός νέου αντάρτικου στη Λατινική Αμερική, με αρχικό στόχο το Περού και αργότερα εστιάζοντας στη Βολιβία. Έφθασε στη Βολιβία τον Νοέμβριο του 1966, με πλαστό διαβατήριο της Ουρουγουάης, ωστόσο εκεί οι χωρικοί, φοβισμένοι και τρομοκρατημένοι από το καθεστώς, δεν ήταν πρόθυμοι να βοηθήσουν τους αντάρτες. Οι βολιβιανές στρατιωτικές δυνάμεις είχαν εκπαιδευθεί από τους Αμερικανούς. Η CIA φέρεται να καταδίωκε τον Τσε τους 11 μήνες που εκείνος βρισκόταν στη Βολιβία. Φέρεται να επέλεξε τη Βολιβία επειδή οι Αμερικανοί δεν έδιναν τόσο μεγάλη σημασία στο επίπεδο ασφαλείας στη χώρα αυτή όσο στην Καραϊβική. Επίσης ήταν τέτοιες οι κοινωνικές συνθήκες που η επαναστατική ιδεολογία θα είχε μεγάλη απήχηση στον λαό. Η Βολιβία έχει σύνορα με πέντε χώρες οπότε θεωρούσε ότι η επανάσταση θα εξαπλωνόταν σαν “φωτιά” αν το αντάρτικο είχε επιτυχία.

Ιούνιος 1967: Ο Κουβανο-Αμερικανός πράκτορας της CIA Φέλιξ Ροντρίγκες δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από τον αξιωματούχο της CIA Λάρι Σ ο οποίος του πρότεινε ειδική αποστολή στη Νότια Αμερική που απαιτούσε ιδιαίτερα προσόντα στον ανταρτοπόλεμο και τις επικοινωνίες. Έπρεπε να βοηθήσει τη Βολιβία να εντοπίσει και να αιχμαλωτίσει τον Τσε Γκεβάρα και τους στρατιώτες του. Ο βοηθός του θα ήταν ο Εδουάρδο Γκονζάλες και ο Ροντρίγκες χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο Φέλιξ Ράμος Μεδίνα. Οι δυο τους έφθασαν στη Βολιβία στις 2 Αυγούστου 1967. Τους υποδέχτηκε άλλος αξιωματικός της CIA και ένας αξιωματικός ειδικός επί της μετανάστευσης. Η ομάδα τους συμπληρώθηκε με άλλον έναν πράκτορα με συναισθήματα κατά του Κάστρο, τον Γουστάβο Βιγιόλντο. Η πρώτη νίκη κατά των ανταρτών επετεύχθη στις 31 Αυγούστου όταν οι βολιβιανές στρατιωτικές μονάδες εξοντώνουν το 1/3 των δυνάμεών τους και εκείνοι υποχωρούν ενώ ο Πάκο συνεργάτης του Τσε πέφτει στα χέρια τους. Ο Ροντρίγκες μαζί με τον συνταγματάρχη Αρνάλντο Σαουσέντο φθάνουν στο Βαγεγκράντε να τον ανακρίνουν. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1967 μοιράστηκαν φυλλάδια όπου προσφέρεται αμοιβή 4.200 δολαρίων για όποιον αιχμαλωτίσει τον Τσε Γκεβάρα. Λίγες μέρες αργότερα συνελήφθησαν άνδρες κομμουνιστικής ομάδας που μετέφερε προμήθειες στους αντάρτες μέσα στη ζούγκλα. Στις 26 Σεπτεμβρίου ο Τσε και οι άνδρες του καταπονημένοι και άρρωστοι έφθασαν στη Λα Ιγέρα όπου όλοι οι ντόπιοι έχουν εξαφανιστεί. Κάποιοι τους είπαν ότι έλειπαν σε γιορτή σε διπλανή πόλη. Ωστόσο λίγο πριν από την αναχώρησή τους οι αντάρτες άκουσαν πυροβολισμούς από τον δρόμο και αναγκάστηκαν να παραμείνουν στην πόλη. Τρεις αντάρτες σκοτώθηκαν και ένας από τους σημαντικότερους βοηθούς του Τσε, ο οποίος προσπαθεί να φυγαδεύσει τους άνδρες του. Ο Τσε γράφει στις σημειώσεις του ότι η Λα Ιγέρα προκάλεσε μεγάλες απώλειες στους αντάρτες του. Οι Αμερικανοί μαζί με τους Βολιβιανούς στρατιώτες που έχουν λάβει στρατιωτική εκπαίδευση από Αμερικανούς αντιλαμβάνονται ότι ο Τσε και οι αντάρτες βρίσκονται κοντά.

 

Στις 30 Σεπτεμβρίου οι αντάρτες παγιδεύτηκαν σε ένα φαράγγι μέσα στη ζούγκλα. Στις 7 Οκτωβρίου ο Τσε έγραψε ότι συνάντησαν μια γριά γυναίκα που έβοσκε κατσίκες. Της έδωσαν 50 πέσος να μην τους μαρτυρήσει αλλά ο ίδιος δεν πίστευε ότι εκείνη θα τηρούσε την υπόσχεσή της. Οι βολιβιανές δυνάμεις δέχονται πληροφορία ότι κοντά βρίσκεται ομάδα 17 ανταρτών. Συναντούν πράγματι μία ομάδα 6-8 ανταρτών και ανοίγουν πυρ. Ο Γκεβάρα τραυματίζεται στη γάμπα. Μία γυναίκα ειδοποιεί τον στρατό ότι άκουσε φωνές στις όχθες του ποταμού. Στρατιωτικές δυνάμεις φθάνουν στην περιοχή και παίρνουν θέση επίθεσης. Περικυκλώθηκαν και η μάχη άρχισε. Ο Τσε δέχθηκε πολλά πυρά στο πόδι. Ο Τσε προσπαθεί να απαντήσει αλλά το όπλο του δεν λειτουργεί ενώ δεν μπορεί να σηκώσει το πιστόλι του μόνο με το ένα χέρι. Δέχεται νέαα πυρά στο δεξί πόδι και το όπλο έφυγε από το χέρι του ενώ δέχεται σφαίρα στο δεξί μπράτσο. Όσο οι στρατιώτες πλησιάζουν εκείνος φώναζε: “Μην πυροβολείτε! Είμαι ο Τσε Γκεβάρα και αξίζω περισσότερο ζωντανός από νεκρός!”. Ο Τσε φυλακίστηκε. Ο Φέλιξ Ροντρίγκες στο Βαγιεγκράντε δέχτηκε μήνυμα “ο μπαμπάς κουράστηκε”, με τον κωδικό που σήμαινε ότι ο Τσε είχε συλληφθεί ή τραυματιστεί. Τέσσερις στρατιώτες μετέφεραν τον Τσε σε μια κουβέρτα στη Λα Ιγέρα. Φυλάκισαν τον ίδιο με έναν από τους αντάρτες στο μονοθέσιο σχολείο. Αργά τη νύχτα εκεί μεταφέρθηκαν άλλοι πέντε αντάρτες. Ο Ροντρίγκες έφθασε στη Λα Ιγέρα στις 9 Οκτωβρίου μαζί με τους βοηθούς του. Με κάμερα μαγνητοσκοπεί όλα όσα βλέπει στο σχολείο. Ο Τσε είναι ξαπλωμένος στη βρωμιά με τα χέρια του δεμένα στην πλάτη και τα πόδια του επίσης δεμένα δίπλα στα πτώματα των φίλων του. Έστειλε κωδικό μήνυμα στον σταθμό της CIA και αρχίζει να φωτογραφίζει τον Τσε. Αυτές οι φωτογραφίες ανήκουν στα αρχεία της CIA. Λίγες ώρες μετά οι αξιωματικοί της Βολιβίας αναρωτιούνται τι θα γίνει με τον Τσε. ΑΠοκλείουν την πιθανότητα να τον δικάσουν ξέροντας ότι θα συγκεντρώσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον και θα προκληθεί προπαγάνδα υπέρ του και για την Κούβα. Οπότε αποφασίζουν να τον εκτελέσουν αμέσως. 

Ο Ροντρίγκες δέχτηκε εντολή εκτέλεσης και ενημέρωσε τον Σεντένο για την εντολή αλλά του είπε επίσης ότι η αμερικανική κυβέρνηση του ζήτησε να κρατήσει ζωντανό τον Τσε με κάθε τρόπο. Η CIA και η αμερικανική κυβέρνηση οργάνωσαν επιχείρηση να πάρουν τον Τσε στον Παναμά για ανάκριση. Όμως ο Σεντένο αποφάσισε να ακολουθήσει τις εντολές των δικών του και ο Ροντρίγκες του είπε “ας αφήσουμε την ιστορία να πάρει την πορεία της”. Ο Ροντρίγκες ενημέρωσε τον Τσε για την απόφαση και εκείνος φέρεται να είπε “καλύτερα έτσι, άλλωστε δεν έπρεπε ποτέ να με πιάσουν ζωντανό”. Ο Τσε του έδωσε μήνυμα για τον Φιντέλ και τη σύζυγό του και ο Ροντρίγκες έφυγε.Ο Γκεβάρα δολοφονήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 1967, από τον υπαξιωματικό του βολιβιανού στρατού Μάριο Τεράν. Ο συγκεκριμένος αρχικά δίστασε να εκτελέσει την εντολή για τη δολοφονία του αλλά τελικά πυροβόλησε τον αιχμάλωτο, ο οποίος φέρεται να του είπε: “Ήρθατε να με σκοτώσετε. Ρίξε, δειλέ, έναν άντρα θα σκοτώσεις”. Η δολοφονία έγινε λίγο μετά τη μία το μεσημέρι. Την επόμενη μέρα, οι δημοσιογράφοι που μεταφέρθηκαν εσπευσμένα με στρατιωτικά ελικόπτερα στο Βαγιεγκράντε, αντίκρισαν ξαπλωμένο σε ένα πρόχειρο κρεβάτι, έναν γενειοφόρο άντρα γυμνό από τη μέση και πάνω, με χακί παντελόνι και στρατιωτική ζώνη. Ήταν ο Τσε Γκεβάρα νεκρός. Το βολιβιανό καθεστώς δεν διανοήθηκε να προχωρήσει σε μία δημόσια ταφή. Του ακρωτηρίασαν τα χέρια για να επιβεβαιώσουν αργότερα με τα δακτυλικά αποτυπώματα ότι ήταν πράγματι ο Τσε αυτός που σκότωσαν, ενώ έθαψαν το πτώμα του σε έναν ομαδικό τάφο στη Βολιβία. Το πτώμα του εντοπίστηκε πολλά χρόνια μετά, στις 12 Ιουλίου 1997, οπότε μεταφέρθηκε με τιμές στην Κούβα για μια επίσημη επικήδεια τελετή στη Σάντα Κλάρα εκεί που στήθηκε το μπρούτζινο άγαλμά του πάνω από στο υπόγειο μαυσωλείο του.

 

 

Τον Οκτώβριο του 1987 ο Φιντέλ Κάστρο τον περιέγραψε ως παράδειγμα της επανάστασης που υπάρχει όπου υπάρχει αιτία άμυνας” είχαν γράψει οι New York Times.

Η σκοτεινή πλευρά του Τσε

Πέρα από το προφίλ του ήρωα επαναστάτη, υπάρχουν και οι σκοτεινές πλευρές του Τσε, με φήμες να λένε ότι ήταν ρατσιστής και ομοφοβικός και επίσης ότι δεν πλενόταν παρά μόνο σπάνιες φορές ενώ είχε τρομερές επιτυχίες στο γυναικείο φίλο με αποτέλεσμα να μην μπορεί να μείνει πιστός.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του history.com, ο Γκεβάρα μισούσε τους ομοφυλόφιλους και ήταν διαβόητος ομοφοβικός. Έλεγε ότι οι γκέι έπρεπε να μπουν φυλακή και όταν εκείνη φυλακίζονταν, τους φέρονταν χειρότερα από τους άλλους κρατουμένους. Σύμφωνα με έναν φυλακισμένο, οι ομοφυλόφιλοι δέχονταν μεταχείριση λες και ήταν κτήνη ενώ ήταν οι τελευταίοι που έβγαιναν από το κελί τους για να φάνε. Αν ένας ομοφυλόφιλος κρατούμενος προέβαινε σε ένα μικρό ατόπημα, τον χτυπούσαν ανελέητα.

Επίσης, ο Τσε ήταν ασυγκράτητος γυναικάς. Λέγεται ότι είχε επιτυχίες στις γυναίκες από πολύ νεαρή ηλικία. Μεγάλωσε σε μεσοαστική οικογένεια της Αργεντινής και ήταν φυσικό για εκείνον να συνάπτει σεξουαλικές σχέσεις με τις υπηρέτριες στα σπίτια των φίλων του. Ένας παιδικός του φίλος του έδωσε το παρατσούκλι “γρήγορος κόκορας” επειδή όποτε έμπαινε υπηρέτρια στην τραπεζαρία όπου δειπνούσε την έριχνε στο τραπέζι για σεξ. Μία φορά λέγεται πως έκανε σεξ με μια οικιακή βοηθό στο σπίτι της θείας του ενώ εκείνη ήταν στο δωμάτιο με γυρισμένη την πλάτη. Ο Γκεβάρα παντρεύτηκε την Ίλδα Γκαντέα το 1955 αλλά την εγκατέλειψε και παντρεύτηκε την Αλέιδα Μαρτς το 1959. Η Μαρτς έγραψε για τις απιστίες του συζύγου της ότι ήταν δύσκολη η ζωή για εκείνη και τα παιδιά: “Ο Ερνέστο βγαίνει κάθε βράδυ, πίνει και ρίχνει και μία γυναίκα”. Ο Τσε απέκτησε πέντε παιδιά επισήμως, τέσσερα με τη Ματς, αλλά εικάζεται ότι απέκτησε και πολλά εξώγαμα στην Κούβα.

Αυτό για κάποιους αποτελεί ερώτημα καθώς ο Τσε δεν είχε καλή σχέση με το νερό.Οι συμμαθητές του τον αποκαλούσαν “γουρούνι” επειδή αρνιόταν να κάνει μπάνιο, ενώ όταν ήταν στη Βολιβία ο ίδιος έγραψε ότι δεν είχε κάνει μπάνιο για έξι μήνες. Υπάρχουν και άλλες πληροφορίες που δημοσιεύονται παρουσιάζοντας τη σκοτεινή πλευρά του ήρωα Τσε, αλλά σίγουρα δεν μπορούν να αμαυρώσουν την ηγετική επαναστατική φυσιογνωμία του, όπως αποτυπώθηκε στο διασημότερο πορτρέτο του, τη φωτογραφία του Αλμπέρτο Κόρντα και μέχρι σήμερα θεωρείται σύμβολο επανάστασης. Ακόμη και ο θάνατός του νίκησε τους εχθρούς του, γιατί ο Τσε ήταν γεννημένος νικητής. Hasta la victoria siempre, πάντα μέχρι τη νίκη…

 

 

Πηγή: ΤΙΜΕ, New York Times, history.com, guevaristas.org, historycollection.com, nsaarchive2, Βικιπαίδεια

https://www.enikos.gr/

Di-zine clothing

Ιστορικό

Θρακική Αγορά FB

Μedia Group

Ο Ποπολάρος