Τον Οκτώβριο του 1943, ο προσωπικός γραμματέας του Αδόλφου Χίτλερ, Μάρτιν Μπόρμαν, φλέρταρε επίμονα μία γυναίκα σ΄έναν χορό. Η γυναίκα αυτή, ονόματι Μάνια Μπέρενς, ήταν βοηθός οδοντιάτρου, που στη συνέχεια έγινε ηθοποιός, με ελάχιστες εμφανίσεις σε ταινίες. Αν και ο Μπόρμαν ήταν παντρεμένος, είχε γίνει η σκιά της Μπέρενς, μέχρι που τελικά υπέκυψε στη γοητεία του..
Λίγους μήνες αργότερα, ο Μπόρμαν αναγκάστηκε να ομολογήσει στη σύζυγό του, Γκέρντα, ότι «ερωτεύτηκε τρελά» την ερωμένη του. Η Γκέρντα, αντί να… ενοχληθεί από την απιστία του συζύγου της, είχε μια ιδέα. Γιατί να μην δημιουργούσαν μαζί ένα… πολυγαμικό νοικοκυριό; «Toν ένα χρόνο η Μάνια θα περιμένει παιδί, και την επόμενη χρονιά θα περιμένω εγώ. Έτσι, θα έχεις πάντα μία ενεργή σύζυγο» του είπε, με τον ίδιο να γνέφει συγκαταβατικά.
Η Γκέρντα έφτασε μάλιστα στο σημείο να προτείνει στον σύζυγό της να υπογράψουν σύμφωνο συμβίωσης, παρέχοντας στην ερωμένη τα ίδια δικαιώματα με τη νόμιμη σύζυγο. Για την Γκέρντα, θα έπρεπε στη Γερμανία να ψηφιστεί ένας νόμος «που θα επιτρέπει σε υγιείς και αξιόλογους άνδρες να έχουν δύο γυναίκες». Για τον Μπόρμαν, έναν άντρα με «αχαλίνωτη λίμπιντο», που θα έβρισκε ερωτική ικανοποίηση «χωρίς να λαμβάνει υπόψη την κοινωνική σύμβαση», αυτή ήταν μια απολύτως αποδεκτή ιδέα.
Αλλά το «ερωτικό τρίγωνο» δεν κράτησε πολύ. Η Μάνια δεν μπόρεσε να λειτουργήσει σε πολυγαμικό πλαίσιο. Για το λόγο αυτό, μάζεψε τα πράγματά της κι έφυγε. Βρήκε δουλειά σε εργοστάσιο, χτυπώντας 15ωρες βάρδιες.
Η ιστορία του Μπόρμαν είναι μία από τις παράξενες ερωτικές σχέσεις των Ναζί που περιγράφονται λεπτομερώς στο βιβλίο, υπό τον τίτλο: «Οι Σύζυγοι των Ναζί: Οι Γυναίκες στην κορυφή της Γερμανίας του Χίτλερ» (εκδόσεις St. Martin’s Press), που υπογράφει ο Βρετανός ιστορικός Τζέιμς Γουάλι. Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει στις 3 Νοεμβρίου.
«Νομίζω σωστά, ότι οι ιστορικοί έχουν επικεντρωθεί σε αυτό που ήταν οι σύζυγοι των Ναζί» υποστηρίζει ο Γουάλι στην αμερικανική εφημερίδα «New York Post». Αλλά «ορισμένες γυναίκες ήταν πολύ ενδιαφέρουσες». Όπως η Ίλζε Ες, σύζυγος του Ρούντολφ Ες, ηγετικού στελέχους του ναζιστικού κόμματος, αναπληρωτή αρχηγού του «Φύρερ».
Ήταν η κόρη ενός αξιοσέβαστου γιατρού που σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ενώ ήταν ακόμα μαθήτρια, γνώρισε για πρώτη φορά τον 26χρονο τότε Ες. Το ζευγάρι συζούσε σ’ έναν ξενώνα. Η Ίλζε είχε επιστρατεύσει όλη την γοητεία της για να τον ρίξει στο κρεβάτι, όμως ο Ες της αντιστεκόταν. Ήταν ακόμα παρθένος και είχε μια βασανισμένη σχέση με το σώμα και τις επιθυμίες του, μερικές φορές λαχταρούσε να είναι μοναχός. Επί πολλά χρόνια, το ζευγάρι δεν είχε σεξουαλικές επαφές.
«Ο Ες δεν έδειχνε κανένα ενδιαφέρον για το σεξ» γράφει ο συγγραφέας. «Έτρεφαν αγάπη ο ένας για τον άλλο και απολάμβαναν τις συζητήσεις τους για τον γερμανικό πολιτισμό και την ποίηση».
Το ζευγάρι γνώρισε για πρώτη φορά τον Αδόλφο Χίτλερ το 1920. Το 1927, ενώ η Ίλζε, ο Ες και ο Χίτλερ απολάμβαναν το γεύμα τους σ΄ένα εστιατόριο, συνέβη κάτι αναπάντεχο. Ο Χίτλερ πήρε το χέρι της, το έβαλε στον Ές και τους πρότεινε να παντρευτούν. Αν και ο Ές χαρακτήρισε την Ίλζε ως «πιστή φίλη», οι δύο συμφώνησαν να νυμφευτούν τον Δεκέμβριο του 1927. Μετακόμισαν σε ένα μικρό διαμέρισμα του Μονάχου, αλλά η αποστροφή του Ες για το σεξ συνεχιζόταν. Τότε, η Ίλζε παραπονέθηκε σε έναν φίλο της ότι ένιωθε σαν να ήταν καλόγρια.
Ο «αρχιτέκτονας» του Ολοκαυτώματος και ηγετικό μέλος του ναζιστικού κόμματος, Χάινριχ Χίμλερ, ήταν επίσης αντίθετος με το σεξ. «Το σεξ τον φόβιζε και τον γοήτευε ταυτόχρονα» γράφει ο συγγραφέας. Ο Χίμλερ είχε νυμφευτεί τη Μαργαρίτα. Παρέμεινε παρθένος μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’20, πιστεύοντας ότι μπορούσε να διοχετεύσει την σεξουαλική του ενέργεια σε πιο χρήσιμες αναζητήσεις. Ωστόσο, είχε εξωσυζυγική σχέση με την γραμματέα του, «Μπάνι».
Όπως ο Ές, έτσι και ο Χίμλερ παρέμεινε παρθένος στα τέλη της δεκαετίας του ’20, αφού διάβασε ένα βιβλίο που πρότεινε στους νέους να διοχετεύσουν τη σεξουαλική τους ενέργεια σε πιο χρήσιμες αναζητήσεις. Η φιλανθρωπία ήταν επίσης ένας τρόπος να γίνεται αρεστός αφού είχε αποτύχει με τις γυναίκες, γράφει ο Γουάλι.
Η γυναίκα που δεν τον απέρριψε ήταν η Μαργαρίτα Μπόντεν. Ήταν νοσοκόμα στο δυτικό μέτωπο κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Γνώρισε τον Χίμλερ σ’ ένα τρένο το 1927. Το ζευγάρι παντρεύτηκε τον επόμενο χρόνο. «Ήταν μια αινιγματική γυναίκα» υποστηρίζει ο Βρετανός ιστορικός. «Ήταν πολύ κλειστός τύπος. Ήταν παρανοϊκή και τελικά δυστυχισμένη τις περισσότερες φορές. Νομίζω ότι ήθελε έναν πιο συνηθισμένο σύζυγο από αυτόν που είχε».
Εκείνη και ο Χίμλερ ήθελαν να γίνουν αγρότες. Αγόρασαν ένα εξοχικό έξω από το Μόναχο, όπου καλλιεργούσαν φρούτα και λαχανικά. Η Μαργαρίτα ένιωθε συχνά άρρωστη . Το 1939 τραυματίστηκε άσχημα σε ατύχημα, όταν εξερράγη ο θερμοσίφωνας του σπιτιού της.
«Το σεξ φόβιζε, αλλά και γοήτευε τον Χίμλερ» όπως επισημαίνει ο Τζέιμς Γουάλι, εξηγώντας τον συλλογισμό του. «Παρά την αρχική αποστροφή του Χίμλερ στο σεξ, είχε πρόβλημα στο μείνει πιστός στη γυναίκα του. Το 1938, ερωτεύτηκε παράφορα την γραμματέα του, την 26χρονη Χέντβιγκ Ποτχαστ -το παρατσούκλι της ήταν «Bunny» (Μπάνι).
Μπάνι και Χίμλερ προσπαθούσαν να βρουν ένα τρόπο για να περνούν αρκετό χρόνο μαζί. Όταν η Μπάνι γέννησε το γιο τους, το 1942, νοίκιασε ένα εξοχικό σπίτι έξω από το Βερολίνο. Η Μαργαρίτα ανακάλυψε τελικά το νόθο παιδί του συζύγου της. «Μερικές φορές δεν μπορώ να πιστέψω αυτό που ζω. Εμείς οι φτωχές γυναίκες» έγραψε στα απομνημονεύματά της. «Περιτριγυρισμένες από ψέματα και προδοσία».
Η Μάγδα Γκέμπελς, γνωστή ως «Πρώτη Κυρία του Ράιχ», ήταν επίσης βαθιά δυσαρεστημένη με τον άντρα της.
Μεγάλωσε σε μια οικογένεια χωρισμένων γονιών. Οι γονείς της πήραν διαζύγιο όταν ήταν 3 ετών. Μεγάλωσε στις Βρυξέλλες, φοιτώντας σε καθολικό σχολείο. Παντρεύτηκε έναν επιχειρηματία στα 18 και χώρισε λίγα χρόνια αργότερα. Το 1930, βρέθηκε σε μια ναζιστική συγκέντρωση και ερωτεύτηκε σφόδρα τον υπουργό Προπαγάνδας, Γιόζεφ Γκέμπελς. Ένα χρόνο αργότερα το ζευγάρι ήταν μαζί. «Είναι σαν να ονειρεύομαι» έγραψε ο Γκέμπελς.
Υπήρχε ένα εμπόδιο στην σχέση τους: ο Χίτλερ. Η Μάγδα συναντήθηκε με τον Φύρερ το 1931 και αμέσως τον ενθουσίασε. Αλλά και αυτή ξετρελάθηκε μαζί του. Ο Χίτλερ ήθελε να συνεχίσει να έχει σχέση μαζί της, αλλά για να το κρατήσει μυστικό, της έκανε μία παράξενη πρόταση. Για να την κρατήσει κοντά του, η Μάγδα έπρεπε να παντρευτεί τον Γκέμπελς. Εκείνη αποδέχθηκε με ενθουσιασμό τη πρότασή του. «Η Μάγδα ήταν έξυπνη, προχωρημένη, πολύ ικανή και πραγματικά ερωτεύτηκε τον Χίτλερ περισσότερο από τον σύζυγό της».
Ο υπουργός Προπαγάνδας των Ναζί νυμφεύτηκε τη Μάγδα, αν και πιστεύεται ότι ουδέποτε έκαναν σεξ. Παντρεύτηκαν τον Δεκέμβριο του 1931, με τον Γκέμπελς να είναι εμφανώς ανήσυχος για τη λατρεία της συζύγου του για τον Φύρερ. Όπως έγραψε στο ημερολόγιό του: «Υποφέρω πολύ. Δεν έκλεισα μάτι».
Αλλά ο Γκέμπελς δεν ήταν «άγιος» στο γάμο του. Τα έφτιαξε με τη σκηνοθέτιδα Λένι Ρίφενσταλ και μάλιστα, μία φορά έβαλε το χέρι του κάτω από το φόρεμά της, ενώ παρακολουθούσαν όπερα. Το 1938, συνήψε ερωτική σχέση με την ηθοποιό Λίντα Μπααρόβα. Ομολόγησε την ανάρμοστη σχέση στη σύζυγό του, ενώ έπιναν το τσάι τους και την ρώτησε αν και οι τρεις θα μπορούσαν να συνυπάρξουν. Η Μάγδα συμφώνησε, αν και δεν το έβρισκε σωστό, με τον Γκέμπελς να οργανώνει ένα ταξίδι για τους τρεις με γιοτ.
Η Μάγδα ήθελε διαζύγιο, αλλά ο Χίτλερ της το απαγόρευσε. «Ήταν πολύ ευαίσθητος στην ιδέα ότι κάποιος από τους στενούς συμπατριώτες του θα έπαιρνε διαζύγιο» υποστηρίζει ο Γουάλι, «γιατί, όπως πίστευε, θα αμαύρωνε την εικόνα του κόμματος».
Η Μάγδα στράφηκε στο Βουδισμό για να καταπολεμήσει τη δυστυχία της. Η ζωή της είχε τραγικό τέλος. Τον Απρίλιο του 1945, αυτή και ο σύζυγός της, μαζί με τα έξι παιδιά τους, κρύβονταν στο καταφύγιο του Χίτλερ στο Βερολίνο, καθώς τα σοβιετικά στρατεύματα είχαν περικυκλώσει την πόλη. Αποφάσισε να δηλητηριάσει τα παιδιά της, ενώ αυτή και σύζυγός της αυτοκτόνησαν.
Πηγή: protothema.gr