Μια μελέτη, που δημοσιεύθηκε το 2016 στο επιστημονικό περιοδικό Molecular Psychiatry, έδειξε ότι το στρες εξαλείφει τα θετικά αποτελέσματα της επιλογής καλών λιπαρών στη διατροφή.
Στρες και διατροφή
“Η έρευνα μας έδωσε ακόμα περισσότερα στοιχεία που δείχνουν ότι το στρες παίζει ρόλο στη διατροφή”, είπε η επικεφαλής συγγραφέας της έρευνας, δρ Jan Kiecolt-Glaser, καθηγήτρια Ψυχιατρικής και Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο του Οχάιο. Πρόσθεσε ότι αυτή ήταν η πρώτη μελέτη, που έδειχνε πώς το στρες μπορεί να ακυρώσει τα οφέλη από την κατανάλωση πιο υγιεινών λιπαρών.
Η Αμερικανική Ένωση για την Καρδιά (American Heart Association – ΑΗΑ) παρέχει κατευθυντήριες γραμμές για την κατανάλωση λιπαρών και επισημαίνει ότι τα διαιτητικά λίπη είναι ζωτικής σημασίας για την ενέργεια του οργανισμού και την ανάπτυξη των κυττάρων του σώματος. Επιπλέον, τα διαιτητικά λίπη προστατεύουν τα όργανα και διατηρούν το σώμα ζεστό.
Ωστόσο, ορισμένα λίπη είναι καλύτερα από άλλα (καλά λιπαρά). Τα κορεσμένα και τρανς λιπαρά είναι αυτά που μπορεί να αυξήσουν τα επίπεδα της κακής χοληστερόλης στο σώμα, ενώ τα μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λιπαρά μπορεί να τα μειώσουν.
Λίπη από τροφές, όπως τα ψάρια, οι ξηροί καρποί και τα φυτικά έλαια ανήκουν στα καλά λιπαρά. Ως γενικό κανόνα, η AHA λέει ότι τα κακά λιπαρά τείνουν να είναι στερεά σε θερμοκρασία δωματίου (πχ βούτυρο), ενώ τα καλά λιπαρά τείνουν να είναι υγρά σε θερμοκρασία δωματίου.
Η Kiecolt-Glaser και οι συνάδελφοί της γνώριζαν ότι η διατροφή και το στρες μπορούν να αλλάξουν τη φλεγμονή στο σώμα, η οποία συνδέεται με καρδιακές παθήσεις, διαβήτη και ρευματοειδή αρθρίτιδα. Ωστόσο, ήθελαν να εξετάσουν την αλληλεπίδραση ανάμεσα στο στρες, τη διατροφή και τους δείκτες φλεγμονής στο σώμα.
Το στρες μειώνει τη δράση των καλών λιπαρών και τα κάνει σχεδόν ίδια με τα κακά λιπαρά
Για τις ανάγκες της έρευνας οι επιστήμονες εξέτασαν τις περιπτώσεις 60 γυναικών, 38 εκ των οποίων είχαν ξεπεράσει επιτυχώς τον καρκίνο του μαστού. Οι γυναίκες ήταν ηλικίας των 53 ετών κατά μέσο όρο.
Σε δύο διαφορετικές ημέρες, οι συμμετέχουσες επισκέφθηκαν το πανεπιστήμιο και τους δόθηκε με τυχαία επιλογή να φάνε ένα από τα δύο πρωινά: μπισκότα και σάλτσα με αυγά και λουκάνικα γαλοπούλας, που έγινε με κορεσμένα λίπη από φοινικέλαιο, ή ένα πανομοιότυπο πρωινό, που έγινε με μονοακόρεστο ηλιέλαιο.
Επιπλέον, οι ερευνητές ζήτησαν από τις γυναίκες να καταγράψουν τι έκαναν και πώς ένιωσαν γενικά την προηγούμενη ημέρα τους, χρησιμοποιώντας ένα ειδικό ερωτηματολόγιο, προκειμένου να αξιολογήσουν τα επίπεδα στρες της κάθε μίας.
Τι έδειξε η έρευνα
Διαπιστώθηκε ότι 31 από τις συμμετέχουσες είχαν τουλάχιστον μία πρόσφατη στρεσογόνο εμπειρία σε μία από τις δύο επισκέψεις στο πανεπιστήμιο. Επιπλέον, 21 γυναίκες είχαν αυξημένο στρες και στις δύο επισκέψεις, ενώ μόλις 6 γυναίκες δεν είχαν αυξημένο στρες.
Μετά από αρκετές λήψεις δειγμάτων αίματος από τις γυναίκες, η ομάδα ανέλυσε τα επίπεδα της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης και τους ορού αμυλοειδούς-Α, που είναι δύο δείκτες φλεγμονής του οργανισμού. Οι ερευνητές αξιολόγησαν επίσης δύο δείκτες που προβλέπουν την αυξημένη πιθανότητα της συσσώρευσης πλάκας στις αρτηρίες.
Αφότου έλαβαν υπόψη και παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα (δείκτες αίματος πριν το πρωινό γεύμα, ηλικία, κοιλιακό λίπος, σωματική δραστηριότητα κ.α.) διαπίστωσαν ότι εκείνες οι γυναίκες που έτρωγαν το πρόγευμα με τα κορεσμένα λιπαρά (φοινικέλαιο) είχαν αυξημένους όλους τους αρνητικούς δείκτες, σε σύγκριση με τις γυναίκες που έτρωγαν το πρόγευμα με το ηλιέλαιο (καλά λιπαρά). Αυτό ήταν λογικό και αναμενόμενο.
Αλλά στις γυναίκες που είχαν αυξημένο στρες, αυτή η διαφορά εξαφανίστηκε και, ως εκ τούτου, το να τρώνε ένα γεύμα κακά λιπαρά ήταν το ίδιο ακριβώς σαν να έτρωγαν εκείνο με τα καλά λιπαρά.
Είναι ενδιαφέρον ότι, ενώ το άγχος αυξημένα επίπεδα των επιβλαβών δεικτών στο αίμα στην ομάδα ηλιέλαιο, το άγχος δεν επηρεάζουν τις ενδείξεις για τις γυναίκες που έτρωγαν κορεσμένο λίπος.
Το στρες προάγει τις φλεγμονώδεις αντιδράσεις στον οργανισμό
Οι ερευνητές επέλεξαν το συγκεκριμένο γεύμα για το πείραμα, επειδή “μιμείται” ένα τυπικό υψηλής θερμιδικής αξίας και υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, fast-food γεύμα. Και τα δύο πρωινά είχαν συνολικά 930 θερμίδες και 60 γραμμάρια λίπους, το οποίο είναι πολύ παρόμοιο με ένα τυπικό γεύμα χάμπουργκερ και τηγανητές πατάτες.
Μία εκ των συγγραφέων της μελέτης εξήγησε ότι “ένα λιγότερο υγιεινό γεύμα πρόκειται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στους δείκτες της φλεγμονής, αλλά θέλαμε να δούμε τι θα έκανε το ίδιο είδος γεύματος με διαφορετικούς τύπους λίπους”.
Επισημαίνει ότι οι έρευνες δείχνουν όλο και περισσότερο πως η μείωση της φλεγμονής είναι σημαντικό όφελος από την κατανάλωση υγιεινών τροφίμων, όπως στην μεσογειακή διατροφή, η οποία είναι υψηλότερη σε ελαϊκό οξύ επειδή έχει πολύ ελαιόλαδο.
Οι ερευνητές προσθέτουν ότι επειδή η φλεγμονή συμβάλλει στην ασθένεια με την πάροδο του χρόνου, όταν αυξάνεται το στρες στο άτομο, θα πρέπει να είναι πιο προσεκτικό σχετικά με το τι τρώει.