Μέχρι τώρα γνωρίζαμε ότι σε καιρό οικονομικής κρίσης, υπάρχει ένα σημαντικό διάστημα που… ανθίζει ο τζόγος. Από εδώ και στο εξής ξέρουμε ότι το ίδιο συμβαίνει και την περίοδο της πανδημίας! Θα δούμε στη συνέχεια με… στοιχεία, πώς έγινε αυτό. Πρώτα όμως, αξίζει να ρίξετε μια γρήγορη ματιά εδώ, στα σημερινά πιο δυνατά προγνωστικά στοιχήματος.
Τα νούμερα για το 2020 λοιπόν, είναι αδιάψευστα και η λογική οδηγεί ξεκάθαρα στο παραπάνω συμπέρασμα. Ο κόσμος έμεινε για πολύ καιρό κλεισμένος στο σπίτι του και ο τζόγος αποδείχτηκε τελικά ότι ήταν μία από τις μεγάλες διεξόδους που είχε για να προσπαθήσει να απολαύσει τη μοναξιά του. Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία, τα ακαθάριστα έσοδα των παρόχων τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου για το 2020 ξεπέρασαν τα 562 εκατ. ευρώ, με την αύξηση να φτάνει το 28% σε σύγκριση με το 2019.
Ωστόσο, οι αριθμοί που προκαλούν μεγάλη έκπληξη έχουν να κάνουν με τα χρήματα που ξόδεψαν οι Έλληνες παίκτες στο διάστημα της περασμένης χρονιάς. Από τα στοιχεία προκύπτει ότι τζόγαραν περισσότερα από 11 δις ευρώ, τη στιγμή που ένα χρόνο νωρίτερα το αντίστοιχο ποσό ήταν 8,5 δις ευρώ. Τα ακαθάριστα έσοδα είναι αυτά που μένουν στους παρόχους μετά την επιστροφή των κερδών προς τους παίκτες. Η εκτίμηση αναφέρει μάλιστα ότι η επιστροφή αγγίζει το 95% του τζίρου από το σύνολο των πονταρισμάτων, με συνέπεια στους providers να μένει ένα κέρδος 5%.
Περί αμφισβήτησης
Ωστόσο, υπάρχει έντονη αμφισβήτηση για τα συγκεκριμένα μεγέθη, καθώς πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν ότι ο τζίρος είναι ακόμη μεγαλύτερος, όπως και το καθαρό κέρδος που μένει στις επιχειρήσεις. Τα στοιχεία άλλωστε που αναφέραμε παραπάνω είναι σύμφωνα με τις δηλώσεις των παρόχων, καθώς δεν υπάρχει ασφαλής τρόπος ελέγχου, από τη στιγμή που οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες που τα στηρίζουν βρίσκονται σε χώρες όπως η Μάλτα, το Γιβραλτάρ και άλλους συνήθως εξωτικούς τόπους.
Με βάση κάποια άλλα σημαντικά στοιχεία, στην Ελλάδα υπάρχει bookmaker που δηλώνει ακαθάριστα έσοδα λίγο παραπάνω από ένα εκατ. ευρώ αλλά την ίδια ώρα η διαφημιστική δαπάνη εκτιμάται ότι ξεπερνάει τα 3 εκατ. ευρώ. Αρκετοί πάντως ισχυροί οικονομικοί παράγοντες της χώρας, που επλήγησαν από την πανδημία, δεν είδαν με καθόλου καλό μάτι το γεγονός ότι οι αρμόδιες αρχές επέτρεψαν τις τηλεοπτικές διαφημίσεις για τζόγο τόσο στο πρώτο όσο και στο δεύτερο διάστημα του lockdown εξαιτίας της πανδημίας.
Βέβαια, από την άλλη τα χρήματα αυτά ήταν ανακουφιστική ανάσα για τα τηλεοπτικά κανάλια, που είδαν το χρώμα του χρήματος και άνοιξαν την πόρτα διάπλατα. Ετσι, την ώρα που ακόμη και η Βρετανική Επιτροπή Τυχερών Παιγνίων (UKGC) είχε θέσει περιορισμούς στη διαφήμιση για τζόγο, οι εταιρίες στην Ελλάδα συνεχίζουν να επενδύουν λόγω της αύξησης του τζίρου χωρίς να βάζουν οι ίδιες ή να τους βάζει κάποιος ένα φρένο.
Απόδειξη η αγορά του Stoiximan
Δεν ήταν τυχαία την περασμένη χρονιά η αγορά της Stoiximan από τον ΟΠΑΠ με 150 εκατ. ευρώ, με προοπτική να φτάσει τα 200. Η συγκεκριμένη πλατφόρμα κατείχε, σύμφωνα με ανεπίσημα στοιχεία, το 51% της αγοράς και ήταν αναμφισβήτητα ο πιο δυνατός παίκτης από την πλευρά των παρόχων. Το deal χρειάστηκε δύο χρόνια σχεδόν για να ολοκληρωθεί και έθεσε πλέον καινούρια δεδομένα.
Από τους υπόλοιπους παρόχους σημαντικό μερίδιο φαίνεται ότι κατέχει η bet365 με 24% και ακολουθεί η Sporting Odds με μερίδιο που φτάνει στο 15%. Ετσι, το υπόλοιπο 10%, δηλαδή 56,2 εκατ. ευρώ σε ακαθάριστα έσοδα, μοιράζονται οι άλλες επτά επιχειρήσεις που είναι αδειοδοτημένες, με κάποιες από αυτές να είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικές και με ανοδική πορεία σε τζίρο τα τελευταία χρόνια.
Βέβαια, όλα τα μεγέθη και τα νούμερα είναι σύμφωνα με δικές τους δηλώσεις, όπερ σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρχει απόλυτα ασφαλής εκτίμηση, όχι τόσο για τα ποσά που παίζονται στα τυχερά παίγνια, αλλά κυρίως για τα έσοδα των εταιριών.
naftemporiki.gr