Μόλις 10 λεπτά θα χρειάζεται το καινοτόμο τεστ που ανέπτυξαν πρόσφατα οι επιστήμονες για να διαγνώσει πιθανό έμφραγμα σε ασθενείς – Τι περιλαμβάνει η διαδικασία και τι χρειάζεται ακόμα για να τεθεί στη διάθεση των γιατρών
Ένα τεστ σάλιου το οποίο μπορεί να προσφέρει ταχεία διάγνωση του εμφράγματος ανέπτυξαν οι επιστήμονες, σύμφωνα με μια προκαταρκτική έρευνα που παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας. Η καινοτόμος τεχνική χρειάζεται μόνο ένα δείγμα σάλιου από τους ασθενείς για να παράσχει αποτελέσματα σε μόλις 10 λεπτά, αντίθετα με την τουλάχιστον ωριαία αναμονή των συμβατικών τεστ αίματος.
«Υπάρχει μεγάλη ανάγκη για απλά και γρήγορα τεστ τροπονίνης στο προνοσοκομειακό περιβάλλον για ασθενείς με πόνο στο στήθος. Τα υπάρχοντα τεστ τροπονίνης χρησιμοποιούν δείγματα αίματος, σε αυτή την προκαταρκτική μελέτη, όμως, εμείς αξιολογήσαμε τις δυνατότητες μιας καινοτόμου μεθόδου με τη χρήση σάλιου», αναφέρει ο συγγραφέας της μελέτης, Δρ. Roi Westreich από το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Soroka του Ισραήλ.
Σκοπός της μελέτης ήταν να διαπιστωθεί αν η καρδιακή τροπονίνη μπορεί να ανιχνευθεί στο σάλιο των ασθενών με τραυματισμό στον καρδιακό μυ (έμφραγμα του μυοκαρδίου). Τα δείγματα σιέλου υποβλήθηκαν σε μια μοναδική διαδικασία επεξεργασίας για να αφαιρεθούν οι πλεονάζουσες, άφθονες πρωτεΐνες. Συνολικά 32 ασθενείς με έμφραγμα (και άρα θετικό τεστ αίματος στην καρδιακή τροπονίνη) και 13 υγιείς συμμετέχοντες κλήθηκαν να παρέχουν δείγματα σιέλου, τα οποία στη συνέχεια επεξεργάστηκαν κατά το ήμισυ, με το υπόλοιπο μισό του κάθε δείγματος να παραμένει στην αρχική του κατάσταση.
Ακολούθως, οι ερευνητές εξέτασαν τα επεξεργασμένα και μη δείγματα σιέλου για καρδιακή τροπονίνη και συνέκριναν τα αποτελέσματα των δειγμάτων σιέλου (επεξεργασμένου και μη) με τα δείγματα αίματος.
Διαπίστωσαν, λοιπόν, ότι υπήρχε ισχυρή συνάφεια μεταξύ των ευρημάτων από το αίμα και το επεξεργασμένο σάλιο, αλλά όχι και με το σάλιο στην αρχική του μορφή. Ενδεικτικά, περίπου το 84% των δειγμάτων επεξεργασμένου σάλιου αποδείχθηκαν θετικά στην τροπονίνη, σε αντίθεση με το μόλις 6% αυτών του μη επεξεργασμένου.
Στους υγιείς ασθενείς, δεν ανιχνεύθηκε καθόλου καρδιακή τροπονίνη ούτε στα επεξεργασμένα ούτε στα μη επεξεργασμένα δείγματα σάλιου.
«Αυτή η πρώιμη εργασία δείχνει την παρουσία της καρδιακής τροπονίνης στο σάλιο των ασθενών που έχουν υποστεί έμφραγμα του μυοκαρδίου. Χρειάζονται, όμως, περισσότερες έρευνες προκειμένου να προσδιοριστεί το χρονικό διάστημα που μένει η τροπονίνη στο σάλιο μετά από μια καρδιακή προσβολή. Επιπλέον, πρέπει να μάθουμε πόσοι ασθενείς θα μπορούσαν να λάβουν λανθασμένη διάγνωση για έμφραγμα και πόσα περιστατικά θα μπορούσαν να παραβλεφθούν», τονίζει ο Δρ. Westreich.
Τα επόμενα βήματα της έρευνας περιλαμβάνουν την επέκταση του αριθμού των ασθενών και τη δημιουργία ενός πρωτοτύπου για το τεστ καρδιακής τροπονίνης με τη χρήση σάλιου. «Αυτό το πρωτότυπο θα είναι κατασκευασμένο για επεξεργασμένο σάλιο και αναμένεται να είναι πιο ακριβές από τα τεστ αίματος. Τέλος, θα είναι ρυθμισμένο ώστε να δείχνει θετικά αποτελέσματα όταν τα επίπεδα τροπονίνης είναι υψηλότερα από ένα συγκεκριμένο όριο», καταλήγει ο ειδικός.