Οι επιστήμονες ετοιμάζονται για μια επείγουσα αποστολή στο μεγαλύτερο παγόβουνο του κόσμου, το οποίο βρίσκεται σε πορεία σύγκρουσης με το νησί της Νότιας Γεωργίας στον νότιο Ατλαντικό Ωκεανό.
Το παγόβουνο A-68A, το οποίο είναι μεγαλύτερο σε μέγεθος από το Λουξεμβούργο, αποκολλήθηκε από την παγοκρηπίδα Larsen C στην Ανταρκτική το 2017 και έκτοτε κινείται με κατεύθυνση προς το νησί. Το παγόβουνο απειλεί να πλήξει το πλούσιο οικοσύστημα γύρω από τη Νότια Γεωργία καταστρέφοντας τον πυθμένα της θάλασσας, o οποίοw φιλοξενεί μαλάκια, μαλακόστρακα, σφουγγάρια και άλλα πλάσματα.
Οι ερευνητές της Βρετανικής Ανταρκτικής Έρευνας (BAS) θα πετάξουν προς τα Φώκλαντ στις 11 Ιανουαρίου και στη συνέχεια θα ξεκινήσουν ένα τριήμερο ταξίδι στο παγόβουνο με το ερευνητικό πλοίο RRS James Cook.
«Παρόλο που τα παγόβουνα είναι κοινά, δεν είχαμε ποτέ την ευκαιρία να μελετήσουμε κάτι τέτοιο στο παρελθόν, οπότε είναι μια πρώτη για εμάς», δήλωσε ο καθηγητής Geraint Tarling, βιολογικός ωκεανογράφος στο BAS. «Φέρνει μια ολοκληρωτική αλλαγή στο περιβάλλον».
Δορυφόροι και άλλα μέσα κατέγραψαν τις πρώτες εικόνες του παγόβουνου καθώς πλησιάζει στο νησί:
Τα νερά γύρω από τη Νότια Γεωργία έχουν θερμοκρασία περίπου 4 βαθμούς Κελσίου, αλλά στην περιοχή του παγόβουνου η θερμοκρασία θα μπορούσε να σημειώσει περαιτέρω πτώση μερικών βαθμών. Η ψυχρότερη θερμοκρασία και η απελευθέρωση δισεκατομμυρίων τόνων γλυκού νερού στην περιοχή θα μπορούσε να είναι καταστροφική για το έδαφος.
Οι επιστήμονες φοβούνται πως αν το παγόβουνο «φρακάρει» στην περιοχή θα μπορούσε να μείνει εκεί και να λιώνει αργά έως και για 10 χρόνια, επειδή είναι τόσο μεγάλο. Πέρα από την αναστάτωση του οικοσυστήματος, εάν το παγόβουνο κολλήσει στην υφαλοκρηπίδα, θα μπλοκάρει μια μεγάλη έκταση όπου το κριλ είναι πιο άφθονο. Αυτό θα μπορούσε να εμποδίσει τους πιγκουίνους και τις φώκιες να βρουν φαγητό κοντά τους κατά την αναπαραγωγική περίοδο.
Ο Tarling είπε ότι ενώ οι φάλαινες θα μπορούσαν να βρουν άλλες περιοχές για να τραφούν, οι μεγάλες αποικίες από πιγκουίνους και φώκιες δεν θα μπορούσαν να αφήσουν το νησί για να πάνε μακριά. «Έχουν σταθερή βάση και αν δεν μπορούν να βγουν, να τραφούν και να επιστρέψουν γρήγορα στις φωλιές τους, θα αντιμετωπίσουν ένα πραγματικό πρόβλημα».
Όταν το ερευνητικό πλοίο φτάσει στο παγόβουνο, οι επιστήμονες θα χρησιμοποιήσουν δίχτυα και μπουκάλια για να συλλέξουν και να μελετήσουν ζώα στο νερό. Δύο ρομποτικά υποβρύχια θα ξεκινήσουν τη μέτρηση της θερμοκρασίας, της αλατότητας και των επιπέδων του φυτοπλαγκτόν στο νερό γύρω από το παγόβουνο.
Ανεμόπτερα που θα περιπολούν την περιοχή για τέσσερις μήνες, θα μεταδίδουν δεδομένα πίσω στο πλοίο. Συνδυάζοντας αυτές τις πληροφορίες με αυτές από τις μελέτες που βασίζονται σε πλοία, οι επιστήμονες θα δημιουργήσουν μια εικόνα των επιπτώσεων του παγόβουνου στο περιβάλλον.
Ο Povl Abrahamsen, επικεφαλής επιστήμονας στην αποστολή, δήλωσε ότι οι τελευταίες εικόνες έδειξαν ότι το παγόβουνο ήταν περίπου 60 μίλια μακριά από την ακτή της Νότιας Γεωργίας ενώ εκτιμάται πως κάτω από το νερό, ο όγκος του φτάνει σε βάθος 200 μέτρων. «Μπορεί το παγόβουνο να καταλήξει να χτυπά κατά μήκος της άκρης ή να σπάσει. Αλλά μπορεί επίσης να γειωθεί εκεί και να μείνει στο σημείο για μήνες ή χρόνια. Σε αυτό το στάδιο είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουμε τι θα συμβεί στη συνέχεια», είπε.
πηγή: lifo.gr