Ένας από τους θρύλους του ελληνικού κινηματογράφου, ένας από τους γνήσιους, τους μάγκες, που έχεις χαζέψει δεκάδες φορές στην τηλεόραση, έχεις γελάσει, έχεις ταυτιστεί, αλλά αγνοείς την ιστορία του. Και ο Μίμης Φωτόπουλος– περί ου ο λόγος- κουβαλούσε μία άγνωστη, σκληρή και επίπονη ιστορία πίσω του.
Συνηθίζουμε να ταυτίζουμε τους ηθοποιούς ανάλογα με τους ρόλους στους οποίους τους βλέπουμε συχνά, αλλά ο Μίμης Φωτόπουλος, ο οποίος σαν σήμερα στις 8 Απριλίου του 1913 γεννήθηκε, είχε έναν… κόντρα ρόλο, καθώς η ζωή… μόνο χαμόγελα δεν του είχε προσφέρει.
Η αντίσταση στην κατοχή και τα «Δεκεμβριανά»
Ο Μίμης Φωτόπουλος, την περίοδο της γερμανικής κατοχής επέλεξε την πλευρά της… αντίστασης και έγινε γρήγορα μέλος του ΕΑΜ (Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου). Μορφωμένος γαρ, είχε ρόλο εμψυχωτικό και διαφωτιστικό για να μεταλαμπαδεύσει τη φλόγα της αντίστασης.
Μετά τη γερμανική κατοχή, στα «Δεκεμβριανά» και κατά τις συγκρούσεις των ανταρτών με τις κυβερνητικές και βρετανικές δυνάμεις, υπέστη ένα πρώτο πλήγμα, καθώς καταστράφηκε ολοσχερώς το σπίτι του, με αποτέλεσμα αυτός και ο αδερφός του να μείνουν στον δρόμο. Πικράθηκαν διπλά, γιατί εκτός από το σπίτι τους, κάηκε και η μεγάλη βιβλιοθήκη τους με πάνω από 2.000 βιβλία.
Η προδοσία και η σύλληψη
Ο Μίμης Φωτόπουλος ήταν γνωστός στους χώρους του θεάτρου και παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1945, «ανέβηκε» στο Κολωνάκι –«εκεί που οι εγγλέζικες κονσέρβες ετοιμάζονταν να γιορτάσουν την Πρωτοχρονιά»- ευελπιστώντας να ζητήσει και να βρει δουλειά.
«Ξαφνικά, ένα βάναυσο χέρι μου χτύπησε τον ώμο. Γυρίζω και βλέπω έναν ταξιθέτη. Ήτανε το πασίγνωστο τομάρι του θεάτρου, ο Αποστόλης. Σε λίγο, να ‘μαι στα βάθη ενός κρατητηρίου. Βρισκόμουν βέβαια σε ένα αστυνομικό τμήμα, που στεγαζόταν σε κάποια πολυκατοικία κοντά στην οδό Αμερικής. Στην αρχή ήμουν ο μόνος «ένοικος». Μα μέσα σε δύο ώρες, αυτό το μπουντρούμι είχε γεμίσει με τόσο κόσμο, που δεν είχαμε αέρα να αναπνεύσουμε».
Έτσι είχε περιγράψει ο ίδιος τη στιγμή της σύλληψης στο βιβλίο του, «το ποτάμι της ζωής μου». Ένας άνθρωπος του θεάτρου τον είχε προδώσει γιατί τον είχε ακούσει να μιλάει για «λαοκρατία».
Η… κόκκινη πιτζάμα
Ο αρχιφύλακας που τον αναλαμβάνει διαπιστώνει ότι από το παντελόνι του βγαίνει ένα κομμάτι κόκκινο πανί.
«Αυτό το κόκκινο κομμάτι που βγαίνει από το παντελόνι σου, τι είναι;»
«Η πιτζάμα μου κύριε πόλισμαν!»
«Και γιατί φοράς κόκκινη πιτζάμα;»
«Δεν είναι μόνο κόκκινη, έχει και μαύρα και άσπρα. Κατοχή, βλέπετε, είχε μια παλιά ρόμπα η μάνα μου και μου την έραψε την πιτζάμα. Κι επειδή σήμερα κρύωνα πολύ, την άφησα από μέσα».
Ένα κόκκινο κομμάτι ύφασμα ήταν αρκετό για να «δέσει» με την προδοσία του ταξιθέτη.
protothema.gr