Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ σήμερα τήν μνήμη τῶν ἁγίων 630 Πατέρων τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία συνῆλθε τό 451 στήν Χαλκηδόνα γιά νά διατυπώσει τό Χριστολογικό δόγμα ἐξ ἀφορμῆς τῶν αἱρέσεων καί νά διατρανώσει τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τέλειος Θεός, ἀλλά καί τέλειος ἄνθρωπος. Μέ φῶς τοῦ κόσμου, μέ πόλη κτισμένη ἐπάνω σέ βουνό πού φαίνεται ἀπό παντοῦ καί μέ λυχνάρι πού καίει ἐπάνω στόν λυχνοστάτη παρομοιάζει ὁ Χριστός τούς μαθητές του στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα.
Ὅλες οἱ παραπάνω παρομοιώσεις ἀναδεικνύουν τόν χριστιανό σάν φωτεινό ὁδηγό τῶν ἀνθρώπων πού δείχνει τόν δρόμο πρός τό πραγματικό φῶς, πρός τόν Πατέρα τῶν φώτων. Σάν φῶς ὁ χριστιανός, σύμφωνα μέ τήν εὐαγγελική περικοπή πρέπει νά εἶναι «τέκνον τοῦ φωτός» καί «υἱός τῆς ἡμέρας». Τό φῶς ἐλέγχει τίς πράξεις τῶν ἀνθρώπων καί ξεσκεπάζει ὅ,τι αὐτοί θέλουν νά κρατήσουν κρυφό ἀπό τά μάτια τῶν ἄλλων. Ἔτσι δέν χωροῦν συμβιβασμοί, ὑποκρισίες, ὑστεροβουλίες καί ἀπάτες σ’ αὐτούς πού ξέρουν ὅτι τό φῶς συνοδεύει τήν ζωή τους, ὅτι ἡ ὕπαρξή τους εἶναι διαφανής καί ὁρατή ἀπό παντοῦ.
Ἕνα δεύτερο χαρακτηριστικό τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἡ φωτιστική του ἀποστολή μέσα στόν κόσμο. Τό λυχνάρι δέν τό ἀνάβουν γιά νά τό βάλουν κάτω ἀπό τόν «μόδιο», τόν μετρητή τῶν σιτηρῶν γιά νά τό σβήσουν ἀμέσως, ἀλλά τό τοποθετοῦν στόν λυχνοστάτη γιά νά φωτίζει τό σπίτι.
Τά «καλά ἔργα» ἀποτελοῦν τήν αὐτονόητη ἐκδήλωση καί τόν ἀπαραίτητο καρπό τοῦ φωτός. Ἄκαρπος χριστιανός ἀποτελεῖ «ἀντίφασιν ἐν τοῖς ὄροις», διότι ἡ χριστιανική ζωή ἐκφράζεται μέ ἔργα, κι ὄχι μέ θεωρίες.
Βέβαια θά πρέπει σ’ αὐτό τό σημεῖο νά ἐπισημανθεῖ ὁ κίνδυνος τῆς αὐτοδικαιώσεως τοῦ χριστιανοῦ διά τῶν ἔργων του. Δέν πρέπει ποτέ νά ξεχνᾶ ὅτι λυτρωτής καί σωτήρας του εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Σταυρωθείς καί Ἀναστάς, καί ὄχι τά ἀγαθά ἔργα του, ὅσα πολλά κι’ ἄν εἶναι αὐτά.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΜΑΡΩΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ